29 Ιουν 2009

Οι νέες περιπέτειες του μάγου Γίσσπορ, μέρος 4ο: “…Ψηλά κι αγνάντευε…”

διαβάστε ολόκληρο το πρώτο μέρος εδώ, το δεύτερο εδώ και το τρίτο εδώ


ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΡΙΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΜΕΡΩΝ
Ένα πελώριο σύννεφο από την ανατολή αναστατώνει το φιλήσυχο Σάντα Πόρι - οι κάτοικοι βγαίνουν στο δρόμο και ανακουφισμένοι από τις σταγόνες που έρχονται από τον ουρανό αναφωνούν: "Αααααααά!..." Δυστυχώς δεν βρέχει, παρά είναι μόνο ο μάγος Γίσσπορ , καθώς έρχεται από τα βάθη της Ανατολής σε μυστική αποστολή καθ' υπόδειξη του Ραμπάχαλου Ροδοκόκκινου. Ο Γίσσπορ καταφθάνει στο λιμάνι, η Βαρβέτα Μανάρα κρύβεται και ο κόσμος φεύγει απογοητευμένος. Ο μάγος αντικρίζει τις πλάκες στο λιμάνι και τις περνάει για αλβανικές. Συναντιέται με το Ρήγα Μπαστούνη και αποφασίζει να πεταχτεί ως τον Ακονητό. Μετά από μία μαγευτική διαδρομή φτάνει στον προορισμό του όπου συναντά τη γνωστή κουρούνα να τραγουδά ευτυχεσμένη…

Μες σ’ αυτό το βοοοοόθροοοο είμαι μοναχή

Κι έχω συντροφιαααά μουυυυ κοπριά ζεστή

Κουράδι ριιίχνω στο γιαλό και πώς να μη χεστωωωώ

Είναι ένα μεεεέρος μαγικό, ζεστό και αχνιστοοοοοοό.

Λάλα λαλά λαλά λαλάλαϊ

Λάλα λαλά λαλά λαλάλαϊ

Λαλα λ..,

«Τι κάνεις εδώ!» διέκοψε ο μάγος την ειδυλλιακή σκηνή.

kourounashitΜια κουρούνα καθότανε στον ήλιο και χεζότανε, κελαηδώντας τραγούδια από τη μακρινή μανταλενική πατρίδα της. Ένα πελώριο βοθροτόπι απλωνότανε μπροστά στα έκπληκτα μάτια του μάγου.

«Άστο, κατάλαβα» της είπε. «Χέσε ψηλά κι αγνάντευε» της είπε.

«Τι Natura, τι κατούρα» αποκρίθηκε αυτή ετοιμόλογη.

Το όμορφο πουλί συνέχισε τραγουδώντας τη δουλίτσα του κι ο μάγος, φοβούμενος μήπως κι η κουκουβάγια στον ώμο του θελήσει να αντιγράψει την κουρούνα, συνέχισε το δρόμο του φτάνοντας σε ένα σωρό από πελώριες πέτρες που γρήγορα αντιλήφθηκε ότι ήταν το μέρος που έψαχνε.

«Ώστε αυτός είναι ο Ακονητός…»

Το μέρος έμοιαζε βομβαρδισμένο, τεράστιες πέτρες σκορπισμένες σε όλο το τοπίο, από το τέλος του δρόμου έβλεπε να κατρακυλούν στην πλαγιά που έπεφτε στο πέλαγος.

«Κρα! Κρα! Το λατομείο έκλεισε! Κρα! Κραααα! Το λατομείο έκλεισε! Κραααα! Κρααα! Το έκλεισαν αυτοί οι οικωλόγοι… Κρα! Κρα! Κρα!» αφηνίασε η κουρούνα, ξαλαφρωμένη από τον απόπατο που κουβαλούσε.

Η κουκουβάγια Αφ Αλ Άτοσι σάλεψε για πρώτη φορά εδώ και ώρα, έριξε μια ματιά γεμάτη μίσος και αποστροφή προς το μαύρο κορακοειδές και έκανε μια κίνηση σα να ψάχνει ανάμεσα στα φτερά της. Χωρίς να αρθρώσει λέξη, έβγαλε ένα χαρτί διπλωμένο σαν πάπυρο. Παλιά καραβάνα στο νησί, η κουκουβάγια ήξερε καλύτερα από τον καθένα πρόσωπα και πράγματα, από το Αλ Σωόρι που έμενε με το μάγο έμπαινε τακτικά στο κοινοτικό site του Σάντα Πόρι και ενημερωνότανε με έγκυρο τρόπο για ό,τι συνέβαινε στο μακρινό νησί. Η Αφ-Αλ-Άτοσι ξετύλιξε προσεκτικά το ρολό και άρχισε να διαβάζει μεγαλόφωνα, κάνοντας και επεξηγηματικά σχόλια ανάμεσα στο κείμενο.

deltio-typou1

Ο μάγος Γίσσπορ έστεκε αποσβολωμένος. Να’ ταν μόνο οι πέτρες; Τα είχε χαμένα. Κοίταζε αριστερά κι έβλεπε σκατά, κοίταζε δεξιά κι έβλεπε πέτρες. Κοίταζε δεξιότερα κι έβλεπε τα Μπάζα, αυτό το είδος φυτού που άνθιζε με ιδιαίτερη επιτυχία στο τοπίο του Σάντα Πόρι, σε κάθε είδους μορφή: σωροί από σκουπίδια, πλυντήρια, λάστιχα, όνειρα και ελπίδες και πεταμένες ψήφοι.akonitos1

«Αυτοί εδώ άμα συνεχίσουν έτσι θα κάνουν τον Ακονητό σαν τα μούτρα τους», μονολόγησε. «Τι να κάνω για να βάλω μία τάξη» σκέφτηκε συνοφρυωμένος. Κοίταξε τα σκατά, αυτό το απέραντο αχνιστό κοπρολιβάδι που τάιζε τα χορτολούλουδα μέχρι τη θάλασσα και έκανε τα ψάρια ευτυχεσμένα. «Να κάνω τα σκατά Μπάζα;» αναρωτήθηκε.

Κοίταξε και τα Μπάζα, αυτό το υπέροχο γλυπτό της φύσης, άξιο έργο των μεταμανταλενιστών κατοίκων. «Ή μήπως να κάνω τα Μπάζα σκατά;» σκέφθηκε πάλι. Η κουρούνα γουργούρισε ευτυχισμένη στο τελευταίο ενδεχόμενο ενώ η Αφ Αλ Άτοσι παρέμενε ατάραχη, μοιάζοντας αρνητική σε κάθε εκδοχή. Ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να περιμένει από τα πουλιά τη λύση.

Για μια στιγμή πέρασε από το μυαλό του μία ιδέα σπάνιας σύλληψης. «Κι αν τα έκανα όλα, σκατά plakes__και μπάζα μαζί, πέτρες;»

«Ναι, να γεμίσει ο τόπος σκατοκίτρινες πέτρες και μετά να μας κατηγορήσουνε ότι φταίμε εμείς και για τις κίτρινες πέτρες στο λιμάνι», πρόλαβε η ΑφΑλΆτοσι να τον επαναφέρει.

Τη συζήτηση διέκοψε ένας διαξιφιστικός ήχος στον αμόλυντο αέρα του βουνού. Ο μάγος Γίσσπορ κοίταξε ψηλά: ένα χαρτί πέρασε από πάνω του. Έσκιζε τον αέρα με ταχύτητα, ήταν που το κείμενό του ήταν αιχμηρό ή πάλι βιαζόταν να πάει στον προορισμό του;

«Τι είναι; Δελτίο τύπου ή αγωγή πάλι;» ρώτησε ο μάγος Γίσσπορ την κουκουβάγια Αφαλάτοσι, που με ένα άνοιγμα των φτερών της πέταξε ψηλα, προς το χαρτί-σαϊτα.δελτιοτυπου

«Μπα, τίποτα, ένα δελτίο τύπου. Πάει μάλλον μόνο του κατευθείαν στο βοθροτόπι». Η κουκουβάγια πλησίασε στον αέρα το ιπτάμενο χαρτί, το έπιασε με το ένα της φτερό, αμέσως της ήρθε αναγούλα. «Πιφ!» έκανε και το άφησε λεύτερο να συνεχίσει προς τον τελικό του προορισμό.

Ο μάγος όλο και περισσότερο ένιωθε πως όχι μόνο έχανε την ώρα του αλλά και ότι όσο έμενε στο μέρος αυτό κάτι κακό του ετοίμαζαν οι εωσφορικές δυνάμεις του Σάντα Πόρι.

«Λοιπόν…» είπε, κι ήταν οι τελευταίες λέξεις που βγήκαν από το σταφιδιασμένο στόμα του εκείνο το απόγευμα.

Τότε ακριβώς ήταν που συνέβη το κακό.

«Κρα! Κραααα!

Κρα! Κραααα!»

Η κουκουβάγια γύρισε με έκπληξη προς το μάγο, το ίδιο κι η κουρούνα. Ο μάγος είχε γουρλώσει τα μάτια και φώναζε: «Κρα! Κρα!» Είχε χάσει τη φωνή του!!!

(συνεχίζεται)small-wizard-big-orb-carol-megivern

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΟΥΝ ΚΛΕΙΣΤΑ ΑΦΟΥ ΕΤΣΙ ΚΙ ΑΛΛΙΩΣ ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΑΠΗΧΟΥΝ ΜΕΡΟΣ ΜΟΝΟ ΤΗΣ ΣΚΛΗΡΗΣ, ΚΩΜΙΚHΣ KAI ΦΤΗΝΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ – ΦΕΡΘΕΙΤΕ ΚΟΣΜΙΑ ΚΑΙ ΜΗΝ ΠΑΡΑΣΥΡΘΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΧΕΤΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΑΜΑΡΤΩΛΟΥ ΒΟΥΝΟΥ