19 Μαΐ 2009

Οι νέες περιπέτειες του μάγου Γίσσπορ, μέρος 2ο: Το σύννεφο ΔΕΝ έφερε βροχή

διαβάστε ολόκληρο το πρώτο μέρος εδώ
ΣΥΝΤΟΜΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ
Ένα πελώριο σύννεφο από την ανατολή αναστατώνει το φιλήσυχο Σάντα Πόρι - οι κάτοικοι βγαίνουν στο δρόμο και ανακουφισμένοι από τις σταγόνες που έρχονται από τον ουρανό αναφωνούν: "Αααααααά!..."

.....
«Αααααα! Ξαλάφρωσα!!!» Καθώς ο λαός κάτω από τα πόδια του πανηγύριζε για τις αναπάντεχες σταγόνες από τον ουρανό, ο μάγος Γίσσπορ ικανοποιούσε μία από τις πιο βασικές του ανάγκες. Κι είναι αναμφίβολα από τις πιο απολαυστικές στιγμές ενός μακρού ταξιδιού όταν ο ταξιδιώτης, λίγο πριν σπάσει η κύστη του, καταφέρει να ξαποστάσει και να ουρήσει. Ο μάγος Γίσσπορ κρατιότανε και κρατιότανε μέχρι που δεν άντεχε άλλο, κι από το σύννεφο που είχε καβαλήσει κι ήταν τώρα πάνω από το Σαντα Πόρι, κατουρούσε τώρα με μία λυτρωτική αίσθηση ανακούφισης.

Από τα βάθη του Αλ Σωόρι κι από τα πέρατα της Ανατολής, ο μάγος Γίσσπορ είχε ξεκινήσει με μια σαφή αποστολή. Ή μάλλον όχι και τόσο σαφή, αφού ακόμα και σήμερα δεν είχε καταλάβει αν είχε στ' αλήθεια δει το Ραμπάχαλο Ροδοκόκκινο ή αν τον είδε στον ύπνο του, που όσο γερνούσε τόσο πιο βαθύς και αλλόκοτος γινόταν. Όπως και να’ χει, ήταν σίγουρος ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ο Ροδοκόκκινος του είπε: «δώσε τόπο στην κουρούνα να σ’ ανέβει στη μουτσούνα». Δεν είχε καμία αμφιβολία ότι ο Ροδοκόκκινος μιλούσε για το Σάντα Πόρι, αφού μόνο εκεί οι κουρούνες είναι τόσο δυναμικές. Είχε καιρό να κάνει κάτι πραγματικό σπουδαίο, δεν θυμόταν καν πότε ήταν το τελευταίο του ανδραγάθημα και, ξαφνικά, στο γερασμένο από τις χιλιετίες μυαλό του, μια επίσκεψη στο αγαπημένο Σάντα Πόρι πρόβαλλε ως μια σπουδαία ευκαιρία για να αλλάξει παραστάσεις, και συνάμα να κάνει κάτι σημαντικό για τον τόπο που αγάπησε.

Εξάλλου, είχε και ηθικούς λόγους να σπεύσει: κάποτε, σε χρόνους αμέτρητα παλιούς, είχε ερωτευθεί μια αρχαία ιέρεια του Δεσποτικού και κάτω από το ιερό του Απόλλωνα και υπό το άσβεστο φως του ήλιου είχαν ορκιστεί αιώνια αγάπη… Τα χρόνια όμως πέρασαν και η αγάπη έσβησε στο χρόνο. Ακόμα θυμόταν το όνομά της, όμως… Αμάλθεια… Και ήλπιζε ότι μπορούσε αυτή τη φορά να τη συναντήσει.


Πολύ γρήγορα (για το προχωρημένο της ηλικίας του) μετά τη ρητή εντολή του Ροδοκόκκινου, ο μάγος Γίσσπορ βρισκόταν καβάλα στο φτερωτό του Πήγασο, που θα τον πήγαινε μέχρι τα μισά της διαδρομής, κάπου πίσω από το όρος Ερμόν στη μακρινή Συρία. Εκεί θα έκανε ένα είδος τράνζιτ, αφού θα ξεπέζευε απ’ το άτι του και θα ανέβαινε σε ένα πάλλευκο σύννεφο που θα τον μετέφερε ως τον προορισμό του, το Σάντα Πόρι. Ήταν κι αυτό ένα επικοινωνιακό κόλπο: με το επιβλητικό σύννεφο να φτάνει αργά –σχεδόν ασάλευτα-, επιβλητικά κι αθόρυβα στο μικρό νησί ο Γίσσπορ πίστευε πως θα κάνει περισσότερη εντύπωση ο ερχομός του. Εξάλλου ο Ραμπάχαλος Ροδοκόκκινος τον είχε ήδη ενημερώσει για τη γοητεία που πάντα ασκούσαν στη φύλαρχο Βαρβέτα τα μεγάλα θεάματα.

Το σύννεφο άρχισε να καταπίνει και τα πρώτα σπίτια και τότε φάνηκε ψηλά απάνω του ο μάγος Γίσσπορ, ξανανιωμένος κι αγέρωχος, κρατώντας την αγαπημένη του πίπα και έχοντας στον αριστερό του ώμο την πάνσοφη Αφ-Αλ-Άτοσι, την πολυαγαπημένη του κουκουβάγια που του είχε δωρίσει κάποτε ο Σουλτάνος του Σιφνέι.
Κάτω, στο πλήθος, ένα μεταμανταλενάκι παιδί, με τα μάτια τσιμπλιασμένα από την κατάχρηση και το λαιμό να έχει εξαφανιστεί κάτω από τις λιπαρές δίπλες, αναφώνησε με ενθουσιασμό: «μαμά, είναι σα να παίζουμε στο World of Warcraft, είχες δίκιο που μου έλεγες ότι η ζωή έξω από το πισί είναι πιο ενδιαφέρουσα!»

Η φύλαρχος αναγνώρισε το Γίσσπορ αμέσως και ξεφύσησε με απογοήτευση, ενώ παράλληλα έκλεισε τα μάτια και έσφιξε τα χείλη σε ένα μορφασμό απελπισίας που έκανε το Γαμσώταυρο να σβήσει ανήσυχα το τσιγάρο του και να αρχίσει να σιγομουρμουράει τα περίφημα σταυρίδια του. Πιο πέρα, ο κόσμος ξίνιζε τα μούτρα του έχοντας πλέον αντιληφθεί τι ακριβώς ήταν αυτό που έβρεξε ο ουρανός. Η φύλαρχος, λίγο πιο ψύχραιμη, θυμήθηκε με πίκρα την τελευταία φορά που είχε έρθει ο μάγος στο νησί. Ήταν του Αγίου Βαλεντίνου και, χάρις στα ξόρκια του μάγου και τα καμώματα του Ρήγα Μπαστούνη και του Δαλάι Λάμβδα, το Σάντα Πόρι είχε μετατραπεί σε ένα απέραντο love parade. Προσπάθησε να κρυφτεί λίγο ακόμα και σχεδόν εξαφανίστηκε, μόνο τα ξανθά μαλλιά της αχνοφαίνονταν μέσα στον ίσκιο της πέργκολας, ώστε να γλιτώσει το δυσάρεστο χαιρετισμό.


Σιγά σιγά, το πλήθος απογοητευμένο αραίωνε κι επέστρεφε στα σπίτια του. Ήταν συνηθισμένο σε επιβλητικές αφίξεις πολιτικών και θρησκευτικών ηγετών που πάντα αποδεικνύονταν πιο κούφιες κι από τις προεκλογικές φούσκες κάθε τέσσερα χρόνια, πιο ρηχές κι από τη μπαζωμένη παραλία του αγίου Σπυρίδωνα, πιο τοξικές κι από την πόσιμη βρύση του νησιού, πιο ανορθόγραφες κι από τα "ύποπτα" δελτία τύπου της κοινότητας.

Ο μάγος Γίσσπορ έμεινε μόνος να περιεργάζεται το λιμάνι. Η γέρικη αλλά αετίσια ματιά του δεν άργησε να εντοπίσει μερικούς σωρούς από υπέροχα λαξευμένες πέτρες που στόλιζαν το διάκοσμο όλης της παραλίας....



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΣΥΝΤΟΜΑ

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΟΥΝ ΚΛΕΙΣΤΑ, ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΠΟΥ ΑΠΗΧΟΥΝ ΤΗ ΣΚΛΗΡΗ, ΚΩΜΙΚH KAI ΦΤΗΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.

ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΙΘΥΜΕΙ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΙ
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΦΗΣΕΙ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ ΣΤΟ e-mail (
ευχαριστούμε το ibis για την πολύτιμη βοήθεια