Μπορείτε να φανταστείτε τον Τζιμάκο να μετράει λεφτά πίσω από το ταμείο ενός υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας και να συνδιαλέγεται με ευυπόληπτους πολίτες;
Η πιο πάνω εικόνα μπορεί να φαντάζει εντελώς σουρεάλ σε όσους λατρεύουν τον Πανούση, τις καυστικές του ατάκες και το εκρηκτικό του χιούμορ, αποτελεί όμως ένα κομμάτι της ζωής του, που δυστυχώς -για τον Γιώργο Νταλάρα π.χ.- εγκατέλειψε πριν από πολλά χρόνια, για να ασχοληθεί με την τέχνη (τρόπος του λέγειν).
Η καριέρα του στον τραπεζικό κλάδο, στις αρχές της δεκαετίας του �80, παρόλο που ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές δεν κράτησε πολύ, αφού η καλλιτεχνική φλέβα ξύπνησε μέσα του.
Εχουμε στη διάθεσή μας την περίφημη επιστολή παραίτησης του Τζίμη Πανούση, στην οποία εύκολα διακρίνει κανείς το ανατρεπτικό χιούμορ του δημιουργού της, αυτό που τον έκανε διάσημο έπειτα από λίγα χρόνια.
Ο ηθοποιός και ο ρόλος
Γραμμένη σε γραφομηχανή, απευθύνεται στη Διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, για την ακρίβεια στο Τμήμα Προσωπικού, και ξεκινά με τον Τζιμάκο να ζητάει την έγκριση της παραιτήσεώς του.
Οπως επισημαίνει ο ίδιος, «παρότι είμαι ταλαντούχος ηθοποιός, αρνούμαι να συνεχίσω να παίζω τον ρόλο του υπαλλήλου στη μεγάλη φίλη του ελληνικού λαού, την Εθνική Τράπεζα (όπως λέμε π.χ. Εθνικό Θέατρο, Εθνική Πινακοθήκη, Εθνικοσοσιαλισμός κ.λπ.)».
Είναι προφανές από τις πρώτες γραμμές ότι ο ιδρυτής των Μουσικών Ταξιαρχιών δεν άντεχε άλλο τον ρόλο του υπαλλήλου με την οχτάωρη απασχόληση στο Τμήμα Συμφωνιών Ανταποκριτών Εξωτερικού.
Για τον ίδιο η δουλειά αυτή «δεν ήταν παρά ένας ρόλος κομπάρσου στην καλοστημένη παράσταση των μεγαλοκεφαλαιούχων μετόχων πάνω στην πλάτη του ελληνικού λαού (για λεπτομέρειες βλέπε γερή πολιτική ανάλυση, Ανδρέας Παπανδρέου, Χαρίλαος Φλωράκης, Ερυθρές Ταξιαρχίες κ.λπ.)».
Αποφασισμένος να ξεφύγει από τα κοστούμια, τις γραβάτες και την ευπρεπή εμφάνιση που όφειλε να έχει ως τραπεζικός υπάλληλος, ο Τζίμης Πανούσης σαρκάζει μέσα από την επιστολή παραίτησής του τις συνθήκες εργασίας του, με τη μοναδική αίσθηση του χιούμορ που διέθετε από τότε.
Η άδεια και ο μπαμπάς «Δεν ξέρετε», γράφει, «πόσο θα στεναχωρηθώ που θα σταματήσω να συμφωνώ εκατοντάδες πανέμορφους αριθμούς επί 8 ώρες ημερησίως και να αμείβομαι τόσο πλουσιοπάροχα με το υπέρογκο ποσό των δρχ. 10.683 μηνιαίως. Δυστυχώς όμως μου λείπει το μεγαλύτερο προσόν για έναν τραπεζοϋπάλληλο (πού πας, κύριε, χωρίς μέσον;)».
Συνεχίζοντας τη σαρκαστική διάλεκτο που επέλεξε για να παραιτηθεί, ο Τζιμάκος στέκεται και σε μια άδεια που είχε ζητήσει, την οποία του αρνήθηκαν οι προϊστάμενοί του.
«Δεν κάνατε δεκτή την αίτησή μου για άδεια άνευ αποδοχών, πράγμα που δεν με απασχολεί και πολύ διότι ο πατέρας μου είναι βασικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας και όποτε θελήσω μπορώ να επανέλθω, κατόπιν βεβαίως αδιάβλητου διαγωνισμού».
Στην τελευταία πρόταση δίνει μάλιστα συγχαρητήρια στον εαυτό του για την απόφαση που πήρε πριν βάλει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του με το όνομα Δημήτριος Πανούσης.
«Αρνούμαι να είμαι μισθωτός σκλάβος (μπράβο, ρε μάγκα!)» επισημαίνει, κλείνοντας για πάντα το κεφάλαιο «τραπεζικός υπάλληλος» στη ζωή του, προκειμένου να κάνει αυτό που ήθελε.
1 σχόλιο:
Μπορείτε να φανταστείτε τον Τζιμάκο να μετράει λεφτά πίσω από το ταμείο ενός υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας και να συνδιαλέγεται με ευυπόληπτους πολίτες;
Η πιο πάνω εικόνα μπορεί να φαντάζει εντελώς σουρεάλ σε όσους λατρεύουν τον Πανούση, τις καυστικές του ατάκες και το εκρηκτικό του χιούμορ, αποτελεί όμως ένα κομμάτι της ζωής του, που δυστυχώς -για τον Γιώργο Νταλάρα π.χ.- εγκατέλειψε πριν από πολλά χρόνια, για να ασχοληθεί με την τέχνη (τρόπος του λέγειν).
Η καριέρα του στον τραπεζικό κλάδο, στις αρχές της δεκαετίας του �80, παρόλο που ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές δεν κράτησε πολύ, αφού η καλλιτεχνική φλέβα ξύπνησε μέσα του.
Εχουμε στη διάθεσή μας την περίφημη επιστολή παραίτησης του Τζίμη Πανούση, στην οποία εύκολα διακρίνει κανείς το ανατρεπτικό χιούμορ του δημιουργού της, αυτό που τον έκανε διάσημο έπειτα από λίγα χρόνια.
Ο ηθοποιός και ο ρόλος
Γραμμένη σε γραφομηχανή, απευθύνεται στη Διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, για την ακρίβεια στο Τμήμα Προσωπικού, και ξεκινά με τον Τζιμάκο να ζητάει την έγκριση της παραιτήσεώς του.
Οπως επισημαίνει ο ίδιος, «παρότι είμαι ταλαντούχος ηθοποιός, αρνούμαι να συνεχίσω να παίζω τον ρόλο του υπαλλήλου στη μεγάλη φίλη του ελληνικού λαού, την Εθνική Τράπεζα (όπως λέμε π.χ. Εθνικό Θέατρο, Εθνική Πινακοθήκη, Εθνικοσοσιαλισμός κ.λπ.)».
Είναι προφανές από τις πρώτες γραμμές ότι ο ιδρυτής των Μουσικών Ταξιαρχιών δεν άντεχε άλλο τον ρόλο του υπαλλήλου με την οχτάωρη απασχόληση στο Τμήμα Συμφωνιών Ανταποκριτών Εξωτερικού.
Για τον ίδιο η δουλειά αυτή «δεν ήταν παρά ένας ρόλος κομπάρσου στην καλοστημένη παράσταση των μεγαλοκεφαλαιούχων μετόχων πάνω στην πλάτη του ελληνικού λαού (για λεπτομέρειες βλέπε γερή πολιτική ανάλυση, Ανδρέας Παπανδρέου, Χαρίλαος Φλωράκης, Ερυθρές Ταξιαρχίες κ.λπ.)».
Αποφασισμένος να ξεφύγει από τα κοστούμια, τις γραβάτες και την ευπρεπή εμφάνιση που όφειλε να έχει ως τραπεζικός υπάλληλος, ο Τζίμης Πανούσης σαρκάζει μέσα από την επιστολή παραίτησής του τις συνθήκες εργασίας του, με τη μοναδική αίσθηση του χιούμορ που διέθετε από τότε.
Η άδεια και ο μπαμπάς
«Δεν ξέρετε», γράφει, «πόσο θα στεναχωρηθώ που θα σταματήσω να συμφωνώ εκατοντάδες πανέμορφους αριθμούς επί 8 ώρες ημερησίως και να αμείβομαι τόσο πλουσιοπάροχα με το υπέρογκο ποσό των δρχ. 10.683 μηνιαίως. Δυστυχώς όμως μου λείπει το μεγαλύτερο προσόν για έναν τραπεζοϋπάλληλο (πού πας, κύριε, χωρίς μέσον;)».
Συνεχίζοντας τη σαρκαστική διάλεκτο που επέλεξε για να παραιτηθεί, ο Τζιμάκος στέκεται και σε μια άδεια που είχε ζητήσει, την οποία του αρνήθηκαν οι προϊστάμενοί του.
«Δεν κάνατε δεκτή την αίτησή μου για άδεια άνευ αποδοχών, πράγμα που δεν με απασχολεί και πολύ διότι ο πατέρας μου είναι βασικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας και όποτε θελήσω μπορώ να επανέλθω, κατόπιν βεβαίως αδιάβλητου διαγωνισμού».
Στην τελευταία πρόταση δίνει μάλιστα συγχαρητήρια στον εαυτό του για την απόφαση που πήρε πριν βάλει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του με το όνομα Δημήτριος Πανούσης.
«Αρνούμαι να είμαι μισθωτός σκλάβος (μπράβο, ρε μάγκα!)» επισημαίνει, κλείνοντας για πάντα το κεφάλαιο «τραπεζικός υπάλληλος» στη ζωή του, προκειμένου να κάνει αυτό που ήθελε.
Να «ενοχλεί» τους πάντες
Δημοσίευση σχολίου